Μυκηναϊκό Ανάκτορο Καδμείον

Το Μυκηναϊκό Ανάκτορο ή Καδμείον χρονολογείται στο 13ο αιώνα π.Χ. και βρίσκεται περίπου στο κέντρο της ακρόπολης. Το ανάκτορο ήταν διακοσμημένο με τοιχογραφίες και έχουν βρεθεί πήλινες πινακίδες Γραμμικής Β’ γραφής και αμφορείς. Το ανάκτορο καταστράφηκε από πυρκαγιά περίπου το 1200 π.Χ.

«Καδμείο»
Στο κέντρο της Καδμείας ακρόπολης της Θήβας, στην καρδιά της σύγχρονης πόλης, βρίσκονται τα ερείπια ενός λαμπρού, κατά την εποχή του, κτηρίου. Είναι το λεγόμενο «Καδμείο», ένα μεγάλο ανεξάρτητο οικοδόμημα με πολλά δωμάτια και διαδρόμους, προορισμένο για εργαστηριακή και αποθηκευτική λειτουργία. Σε αυτό στεγάζονταν ορισμένα από τα σημαντικότερα εργαστήρια μικροτεχνίας του μυκηναϊκού ανακτόρου της πόλης. Εκεί κατασκευάζονταν αντικείμενα και κοσμήματα από λαζουρίτη, αχάτη, ορεία κρύσταλλο και χρυσό, υλικά που έρχονταν στη Θήβα έως και από την περιοχή του μακρινού Αφγανιστάν. Στο ίδιο κτήριο αποθηκεύονταν και διάφορα άλλα υλικά και, ανάμεσά τους, οι μεγάλοι ψευδόστομοι αμφορείς που έφταναν στη Θήβα γεμάτοι με λάδι από την Κρήτη.

«Δωμάτιο του Θησαυρού»
Το «Δωμάτιο του Θησαυρού» ή «Θησαυροφυλάκιο του ανακτόρου» αποτελεί τη βορειοανατολική γωνία του κεντρικού συγκροτήματος του μυκηναϊκού ανακτόρου της Θήβας, το οποίο εκτείνεται κάτω από την κεντρική πλατεία της πόλης. Οι ανασκαφές έχουν αποκαλύψει τον βόρειο και τον ανατολικό τοίχο του δωματίου, οι οποίοι είναι κτισμένοι με μεγάλους ογκόλιθους μέχρι του ύψους των 2,20 μ. Από το ύψος αυτό ξεκινούσε ο όροφος του κτηρίου, ο οποίος ήταν κτισμένος με πλίνθους. Η ονομασία του χώρου οφείλεται στο ότι σε αυτό φυλάσσονταν πολύτιμα αντικείμενα και κοσμήματα από χρυσό, λαζουρίτη, αχάτη και ελεφαντόδοντο, καθώς και ένας μοναδικός θησαυρός από εισηγμένους σφραγιδοκυλίνδρους ασσυριακής, χεττιτικής, χουριτικής και κυπριακής προέλευσης. Ένας παχύς τοίχος χωρίζει το «Θησαυροφυλάκιο» από το «Δωμάτιο των Πίθων», το οποίο βρίσκεται κάτω από τη σημερινή οδό Αντιγόνης και έλαβε την ονομασία του από τα μεγάλα πήλινα πιθάρια που βρέθηκαν σε αυτό. Οι πινακίδες και τα σφραγίσματα με Γραμμική Β γραφή που βρέθηκαν στους δύο χώρους δείχνουν ότι σε αυτούς λειτουργούσε ένα σημαντικό τμήμα της διοίκησης του μυκηναϊκού ανακτόρου της Θήβας.

«Οπλοθήκη»
Στο ανατολικό τμήμα της ακρόπολης βρίσκεται το οικοδομικό συγκρότημα της Οπλοθήκης, που αποτελούσε παράρτημα του κεντρικού συγκροτήματος του ανακτόρου. Τα δωμάτια του εν λόγω συγκροτήματος χρησίμευαν ως αποθήκες οπλισμού, ιπποσκευής και χάλκικων εργαλείων και σκευών, χώροι φύλαξης ελεφαντουργημάτων, ζυγίσματος πρώτων υλών αλλά και φύλαξης πύλινων πινακίδων που αποτελούσαν αρχεία των οικονομικών δραστηριοτήτων του ανακτόρου.

Πηγή : https://www.mthv.gr/

Ναός Ισμηνίου Απόλλωνος

Ένα από τα σημαντικότερα ιερά της αρχαίας Θήβας ήταν το ιερό του Ισμηνίου Απόλλωνος, στον ομώνυμο λόφο νοτιοανατολικά της αρχαίας πόλης. Ο λόφος χρησιμοποιήθηκε ήδη από τον 15ο αι. π.Χ., καθώς εκεί βρισκόταν ένα από τα τρία μεγάλα νεκροταφεία λαξευτών θαλαμωτών τάφων της μυκηναϊκής Θήβας.

Αργότερα ιδρύθηκε εκεί το φημισμένο ιερό, η ιστορία του οποίου έχει να επιδείξει τρεις διαδοχικούς ναούς που κατασκευάστηκαν στο χώρο αυτό κατά την αρχαιότητα. Ο πρώτος κτίστηκε γύρω στα τέλη του 8ου αι. π.Χ. και μετά την καταστροφή του αντικαταστάθηκε στους αρχαϊκούς χρόνους από άλλο ναό, δωρικού ρυθμού, που διατηρήθηκε ως τις αρχές του 4ου αι. π.Χ. Τότε κτίστηκε ο τρίτος ναός, δωρικός περίπτερος, ο οποίος πιθανώς δεν ολοκληρώθηκε ποτέ. Σ’ αυτόν ανήκουν τα κατάλοιπα της θεμελίωσης που είναι σήμερα ορατά στην κορυφή του λόφου. Κατά τη μαρτυρία του Παυσανία, στην είσοδο του ιερού υπήρχαν αγάλματα του Ερμή και της Αθηνάς, τα οποία η παράδοση απέδιδε στους μεγάλους γλύπτες Φειδία και Σκόπα. Στο ιερό υπήρχαν πολλά αφιερώματα, κυρίως αγάλματα και τρίποδες με αναθηματικές επιγραφές. Αργότερα ο λόφος χρησιμοποιήθηκε ως παλαιοχριστιανικό και βυζαντινό νεκροταφείο με κτιστούς τάφους που βρισκόταν σε χρήση μέχρι και τον 12ο αι. μ. Χ.

Πηγή : https://www.mthv.gr/

Αμφείον (Κοινός τάφος Διόσκουρων Αφίονος και Ζήθου)

Προϊστορικός τύμβος Αμφείου

Ο τύμβος του Αμφείου, με μέγιστο σωζόμενο ύψος 2 μέτρων και διάμετρο 21 μέτρων, κτίστηκε γύρω στο 2600-2400 π.Χ. στην κορυφή του φυσικού λόφου του Αμφείου. Έχει κωνικό σχήμα και αποτελείται από δύο κατώτερες στρώσεις χώματος και μια ανώτερη στρώση που καλύπτεται από χώμα και ορθογώνια ωμά πλιθιά διαφόρων μεγεθών. Ο τύμβος κάλυψε ένα σημαντικό παλιότερο νεκροταφείο που βρισκόταν στην κορυφή του ομώνυμου λόφου και χρονολογείται στο πρώτο τέταρτο της 3ης χιλιετίας (ΠΚ/ΠΕ Ι). Η έκταση του νεκροταφείου αυτού είναι ακόμα άγνωστη, ενώ άγνωστο επίσης παραμένει αν, εκτός από τους τάφους, ο τύμβος που δημιουργήθηκε εκεί κάλυψε και κάποια οικοδομικά κατάλοιπα, όπως συμβαίνει στη Λέρνα, αλλά και στην αντίστοιχη περίπτωση του υψώματος του Μουσείου. Η σύντομη σωστική ανασκαφή, ωστόσο, που πραγματοποίησε η Θ΄ ΕΚΠΑ το 2007 κάτω ακριβώς από τον τύμβο, αποκάλυψε τρείς θαλαμωτούς τάφους σκαμμένους στο φυσικό βράχο του λόφου, καθώς και ένα ρηχό λάξευμα που είχε δεχθεί την ταφή γυναίκας με μωρό στην αγκαλιά της.

Σε μεταγενέστερη φάση, είτε στους χρόνους της επόμενης περιόδου που ακολούθησε την κατασκευή του τύμβου (2300-2000 π.Χ.) είτε κατά τη Μέση Εποχή του Χαλκού (2000-1700 π.Χ.), η κορυφή του πλίνθινου τύμβου του Αμφείου σκάφτηκε για να χτιστεί ένας μνημειώδης κιβωτιόσχημος τάφος, ο οποίος δέχτηκε μία ή περισσότερες ταφές με πλούσια κτερίσματα. Η ακριβής χρονολογική σχέση του τύμβου με τον τάφο δεν είναι σαφής, καθώς ο τάφος βρέθηκε συλημένος, ήδη ίσως από την αρχαιότητα, ενώ τα χρυσά κοσμήματα που περισυλλέχθηκαν έξω από αυτόν είναι ό, τι ακριβώς ξέφυγε από τους τυμβωρύχους. Το σύνολο πάντως του τύμβου και του εντυπωσιακού σε μέγεθος τάφου που βρισκόταν στο κέντρο του θα αποτελούσε ένα σημαντικό και ιδιαίτερο σημείο αναφοράς για τους κατοίκους της Θήβας ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους, ένα είδος δηλαδή μνημείου-ηρώου.

Πηγή : https://www.mthv.gr/

Θαλαμοειδείς τάφοι τέκνων Οιδίποδα

Στη Θήβα, οι νεκροί από τον 16ο αι. π.Χ. θάπτονται εκτός της Καδμείας στους γειτονικούς λόφους της Αγίας Άννας-Κολωνακίου, των Καστελλίων και του Ισμηνίου.

Στο νεκροταφείο των Καστελλίων ένας μνημειώδης θαλαμωτός τάφος του 13ου αι. π.Χ., διακοσμημένος με μοναδικές και εξαιρετικής ποιότητας τοιχογραφίες που παριστάνουν γυναικείες μορφές σε στάση απόδοσης σεβασμού ή αποχαιρετισμού σε νεκρό, φαίνεται ότι ήταν προορισμένος για την ταφή των επιφανών μελών της ανακτορικής ιεραρχίας. Στο παρελθόν ταυτίστηκε και με τον τάφο “των Οιδίποδος Παίδων” που αναφέρει ο Παυσανίας, δηλαδή του Ετεοκλή και Πολυνείκη, οι οποίοι αλληλοσκοτώθηκαν μονομαχώντας μπροστά στα τείχη της Θήβας στην εκστρατεία των “Επτά επί Θήβας”.

Είναι από τους μεγαλύτερους γνωστούς θαλαμωτούς τάφους των μυκηναϊκών χρόνων. Σχηματίστηκε από την ενοποίηση δύο ταφικών δωματίων που είχαν λαξευτεί στο λόφο σε διαφορετικό επίπεδο και με ξεχωριστούς δρόμους (διαδρόμους πρόσβασης). Ο κυριώτερος από τους δρόμους έχει μήκος 25 μέτρα, 10 μέτρα ύψος και 4 μέτρα πλάτος. Ο δεύτερος δρόμος που φαίνεται μεταγενέστερος είναι 1,30μ. ψηλότερος από τον πρώτο και οδηγεί σε θάλαμο που διαμορφώθηκε ως προέκταση του πρώτου θαλάμου (όλος ο χώρος του θαλάμου έχει 11,5μ μήκος, 7 μέτρα μήκος και 3,5μ ύψος.

Πηγή : https://www.mthv.gr/

Οιδιπόδεια Κρήνη –παλιός νερόμυλος

Η Οιδιπόδεια κρήνη βρισκόταν στην πλατεία της συνοικίας των Αγίων Θεοδώρων. Σήμερα υπάρχει στην ίδια θέση νεότερη κατασκευή που έγινε στα 1902. Το νερό ερχόταν στην κρήνη από την πηγή μέσω υπόγειας γαλαρίας και ήταν πάντα άφθονο. Μέχρι πρόσφατα κινούσε τον τροχό νερόμυλου, ερείπια του οποίου υπάρχουν ακόμα.

Ιερό Ηρακλέους

Κατηφορίζοντας κανείς από τις Ηλέκτρες Πύλες ο επισκέπτης αντικρύζει στο δεξί του χέρι τμήμα του ιερού που ήταν αφιερωμένο στη λατρεία του Ηρακλή. Πρόκειται για μια από τις παλαιότερες πιστοποιημένες θέσεις λατρείας στη Θήβα, σχεδόν ταυτόχρονη με αυτή του Ισμηνίου Απόλλωνα. Κατά την Πρώιμη και Μέση Εποχή του Χαλκού ο χώρος είχε χρησιμοποιηθεί ως νεκροταφείο, ενώ έχουν εντοπισθεί ίχνη σημαντικών κτισμάτων που ανάγονται στην Μυκηναϊκή περίοδο. Στο τέλος του 8ου π.Χ αι. εγκαθίσταται στο χώρο η λατρεία του Ηρακλή, που περιλαμβάνει θυσίες, τελετουργικά γεύματα και πυρές.

Πλατεία Αγίου Γεωργίου

Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών που πραγματοποιήθηκαν στην πλατεία του Αγίου Γεωργίου το 1984,αποκαλύφθηκε τμήμα μεγάλου δημόσιου ορθογωνίου κτηρίου, που χρονολογείται στο 12ο μ.Χ αι. Στην νοτιοανατολική γωνία του είναι ενσωματωμένος ένας μεγάλος κυκλικός συλλέκτης ομβρίων, ενώ παράλληλα με τη δυτική πλευρά του κτιρίου βρίσκεται ένας μεγάλος κτιστός αγωγός.

Κάτω από το βυζαντινό αυτό κτίσμα εντοπίστηκε τμήμα ορθογώνιου κτηρίου της κλασσικής περιόδου (5ος-4ος π.Χ αι.) το οποίο πιθανότατα ταυτίζεται, βάση των ανασκαφικών ευρημάτων, με ένα από τα σημαντικότερα ιερά της αρχαίας Θήβας, το Θεσμοφόριο της Δήμητρας. Ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός πως υπάρχει εξακριβωμένη λατρευτική χρήση του χώρου ήδη από τους μυκηναϊκούς χρόνους (13ο αι. π.Χ). Αυτό μαρτυρεί το μεγάλο μυκηναϊκό στρώμα καταστροφής στο οποίο εντοπίστηκαν χάλκινες λόγχες δοράτων, τμήμα υφάσματος με πλήθος κουμπιών από στεατίτη αλλά και κεφάλι από πήλινο τροχήλατο ειδώλιο που είχε λατρευτική χρήση και που όμοιό του έχει βρεθεί μόνο στο Θρησκευτικό Κέντρο των Μυκηνών.

Φωτογραφίες